- ξοάνου
- ξόανονimage carvedneut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ACROLITA vel ACROLITHA statua — ACROLITA, vel ACROLITHA statua apud Trebellium Pollionem in XXX. Tyr. c. 32. Huius uxer Calphurma (Titi neinpe) siat sancta cuius statuam in templo Veneris adhne videmus Acrolitham (prius legebant Argolicam) sed auratam; Graec. ἀκρόλιθος ἀνδριὰς … Hofmann J. Lexicon universale
πλυντήριος — α, ο / πλυντήριος, ον ΝΜΑ αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην πλύση ή ο κατάλληλος για πλύση νεοελλ. 1. το ουδ. ως ουσ. το πλυντήριο α) μέρος τού σπιτιού ὁπου γίνεται το πλύσιμο, πλυσταρειό β) κατάστημα που αναλαμβάνει το πλύσιμο τών ρούχων,… … Dictionary of Greek
ακρόλιθο — Τύπος αγάλματος της αρχαϊκής ελληνικής γλυπτικής, με τα άκρα (κεφάλι, χέρια, πόδια) από μάρμαρο ή πέτρα ή ελεφαντόδοντο και το υπόλοιπο σώμα ξύλινο (γι’ αυτό δεν σώθηκαν αγάλματα αυτού του είδους), σκεπασμένο με τα ενδύματα· αποτελούν δηλαδή μια… … Dictionary of Greek
Καλλυντήρια — Ετήσια γιορτή της αρχαίας Αθήνας προς τιμήν της Πολιάδος Αθηνάς. Συνδεόταν αναπόσπαστα με τη γιορτή των Πλυντηρίων. Κατά τον λεξικογράφο Φώτιο, τελούσαν τη γιορτή στις 19 του μήνα Θαργηλιώνα (Μαΐου). Τα Κ. ήταν η προπαρασκευαστική γιορτή του… … Dictionary of Greek
παλλάδιον — Ομοίωμα οπλισμένης θεότητας, κυρίως της Παλλάδας Αθηνάς, το οποίο, όπως πίστευαν οι αρχαίοι, προστάτευε την πόλη στην οποία ανήκε. Περίφημο ήταν το π. της Τροίας, που άρπαξαν από την πόλη ο Οδυσσέας και ο Διομήδης. Το π. είχε τη μορφή ξοάνου και… … Dictionary of Greek
Σάμος — I Αρχαίος επιγραμματοποιός (3ος αι. π.Χ.). Ηταν γιος του Χρυσόγονου, του συμβούλου του βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππου E’. Επειδή απόφευγε να κολακεύει το βασιλιά Φίλιππο, ο τελευταίος διέταξε να τον θανατώσουν (204 π.Χ.). Σύμφωνα με μαρτυρίες… … Dictionary of Greek